Wednesday, June 18, 2014

Οι ψυχές.

Και αυτός καθόταν εκεί.
Μόνος.

Γύρω γύρω θάνατος.
Πόνος.

Το τέλος αυτού του ταξιδιού που λέγεται ζωή ήρθε. Κάτι άλλο άγνωστο ερχόταν να διεκδικήσει τις ψυχές των δυστυχισμένων αυτών ανθρώπων. Φορεία δεξιά και αριστερά, γιατροί, συγγενείς, κρεββάτια, μάσκες, φωνές, ταραχή.

Και τότε τον είδα, καθόταν αγέρωχος πάνω στο κρεβάτι. Κοιτούσε έξω απο το παράθυρο. Δεν άκουγε, δεν πονούσε, δεν κοιτούσε γύρω του. Απλά καθόταν. Πιθανότατα να φοβόταν. Πιθανότατα όχι. Πιθανότατα να σκεφτόταν το παρελθόν. Το παρόν. Το μέλλον. Σκέψεις, ατελείωτες σκέψεις μου περνούσαν απο το κεφάλι. Μέχρι που κατάλαβα.


Λοιπόν, τι κι αν τελειώνει κάποτε η υλική ζωή. Ο κόσμος δεν τελειώνει. Είμαστε πνεύματα. Ανακυκλωνόμαστε. Κάποτε ίσως και να ξανασυναντηθούμε, ίσως να μην συναντηθούμε και ποτέ ξανά. Τουλάχιστον όχι σε υλική μορφή. Όμως ενωθήκαμε, πάει και τελείωσε. Πλέον νιώθουμε ο ένας την παρουσιά του άλλου. Ακούμε την ψυχή να μιλάει. Το ξέρω, δεν υπάρχουν αποδείξεις για όλα αυτά. Αλλά έιναι ο μόνος τρόπος να έχει ο κόσμος μια συνοχή. Έναν σκοπό. Είναι ο μόνος τρόπος να ολοκληρωθεί ο κύκλος της ζωής. Αλλιώς η ζωή και όλα όσα φέρνει, είναι απλά μια γραμή που τείνει στο άπειρο. Τίποτα παραπάνω. Κανένας σκοπός, καμία λογική, κανένα ενδιαφέρον. Όμως είμαι σίγουρος, δεν γίνεται αλλιώς, εμείς διέπουμε το σύμπαν. Δημιουργούμε τα αστέρια, τους πλανήτες. Τις θάλασσες, τον αέρα, το έδαφος. Προκαλούμε μεγάλες εκρήξεις που δημιουργούν γαλαξίες και καταστρέφουμε ήλιους σαν να είναι μυρμήγκια. Δημιουργούμε τους νόμους της φυσικής και τους καταστρέφουμε ανα πάσα στιγμή. Προκαλούμε ασθένεις που σκοτώνουν και γεννούμε νόμους που γεννούν ζωή. Οι ψυχές. Αθάνατες. Ανίκητες. Παντοτινές.

Τον κοιτάξα για λίγο και χαμογέλασα. Με κοίταξε κι αυτός. Δεν κατάλαβε. Η τουλάχιστον έτσι νομίζω. Μετά απο λίγο γύρισε το κεφάλι και ξάπλωσε.

"Μην φοβάσαι ότι και να συμβεί, θα ξανασυναντηθούμε".